Ήρθε και πάλι στο Λαβύρινθο ποιητής άγγελος. Αυτή τη φορά, όμως, ήρθε απρόσκλητος, και ήταν μέρα. Μίλησε και είπε για τη…
Δευτέρα Παρουσία
Να ‘ναι η νύχτα παγερή να προμηνύει πως θα φανεί η Εκάτη να ‘ν‘ του Φλεβάρη ο καιρός κοντά στο μήνα γδάρτη
Να καθαρίσει απότομα ο ουρανός ν’ ανάβουν και να σβήνουνε τ’ αστέρια να κοιταχτεί ο κόσμος όλος στον καθρέφτη να αναταχθούν ψηλά τα πρόσωπα, τα χέρια
Να ξεχωρίσουν οι άτιμοι και οι αχρείοι σαν θα γυαλίζουν τα ιδρωμένα από το φόβο πρόσωπά τους στα λερωμένα χέρια τους σαν θα φυτρώνουν οι σκιές του αδίκου δεμένη κόμπο η γλώσσα τους να μαρτυρά τα κατορθώματά τους
Οι αναλαμπές ν’ αποκαλύπτουν τις κηλίδες τα μέτωπα και οι παλάμες στο φως να εκτεθούν να χαραχτούν οι άθλιοι, οι φαύλοι, οι τύραννοι μαχαίρια σταυρωτά στο σώμα να δεχθούν
Οι αγαθές ψυχές ν’ αγαλλιάσουν να πλημμυρήσουν απ’ το άγιο φως φόβος και δέος να καταλάβει κάθε πλάσμα ζωντανό ν’ ανοίξει η γη και να φανεί το έρεβος
Στρατιές πολεμικών αγγέλων να ξεπροβάλουν άνωθεν φρικτές μορφές, διαβολικές, να εξέρχονται απ’ τα ρήγματα σφοδρές ν’ αρχίσουν μάχες μπρος στα μάτια των θνητών νεκροί, αναστημένοι πια, να εγκαταλείπουνε τα μνήματα.